- ἰαῦ
- ἰαῦho! holla!indeclform (exclam)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ιαύ — ἰαῡ (Α) κραυγή με την οποία αποκρινόταν κάποιος όταν τόν καλούσαν … Dictionary of Greek
ενιαυτός — Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση ήταν δαίμονας της γονιμότητας και προσωποποίηση του χρόνου. Οι αρχαίοι Έλληνες και Ασιάτες τον λάτρευαν μαζί με τις θεές Ώρες, τη θεά Νύχτα και τον Μήνα. Ο δαίμονας Ε. ενσαρκωνόταν είτε από έναν βασιλιά … Dictionary of Greek
i̯ū̆ 2 — i̯ū̆ 2 English meaning: exclamatory interjection Deutsche Übersetzung: Ausruf, especially Jauchzen Material: Gk. ἰαυοῖ “juche!” (ἰαῦ, ἰύ:), ἰύ: “ interjection of amazement”; with silbischem, to Teil langem i (ī̆u ) reiht sich an… … Proto-Indo-European etymological dictionary